Ανακοπή

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ

Α Ν Α Κ Ο Π Η
(άρθ. 632 παρ. 1 ΚΠολΔ)
Διαδικασία Περιουσιακών Διαφορών

Του Γ με ΑΦΜ…., κατοίκου Καρδίτσας…..

K Α Τ Α

1. Της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «MEXICO FINANCE DAC» (MEΞΙΚΟ ΦΑΙΝΑΝΣ ΝΤΑΚ), με έδρα το Δουβλίνο της Ιρλανδίας – George’s Dock 3, 4ος όροφος , όπως νόμιμα εκπροσωπείται από την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «doValue GREECE Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» και το διακριτικό τίτλο «doValue GREECE» όπως μετονομάσθηκε από την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Eurobank FPS Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» (ΓΙΟΥΡΟΜΠΑΝΚ ΕΦ.ΠΙΕΣ. ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ) και τον διακριτικό τίτλο «EUROBANK FINANCIAL PLANNING SERVISES»(ΓΙΟΥΡΟΜΠΑΝΚ ΦΑΙΝΑΝΣΙΑΛ ΠΛΑΝΙΝΓΚ ΣΕΡΒΙΣΙΣ) κατόπιν τροποποίησης του καταστατικού της (με κωδικό αριθμό καταχώρησης στο ΓΕΜΗ 2149053/10-06-2020) η οποία εδρεύει στο Μοσχάτο Αττικής – Κύπρου 27 και Αρχιμήδους με ΑΦΜ 099755919 Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ Πειραιά η οποία αποτελεί μη δικαιούχο και μη υπόχρεο διάδικο (σύμφωνα με τη διατύπωση της 1ης σελίδας της προσβαλλόμενης υπ.αρ. 115/2022 διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καρδίτσας) και διαχειρίστρια των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «MEXICO FINANCE DAC» (MEΞΙΚΟ ΦΑΙΝΑΝΣ ΝΤΑΚ), με έδρα το Δουβλίνο της Ιρλανδίας – George’s Dock 3, 4ος όροφος ,με αριθμό μητρώου 675767, IFSC όπως νόμιμα εκπροσωπείται , η οποία κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Τράπεζα Eurobank Ανώνυμη Εταιρεία» και το διακριτικό τίτλο «Eurobank» που εδρεύει στην Αθήνα – Όθωνος 8, νόμιμα εκπροσωπούμενης ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία : «Τράπεζα Eurobank Ergasias A.E.» δυνάμει της από 25-05-2021 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, όπως αυτή έχει καταχωρηθεί νομίμως στο Δημόσιο Βιβλίο του άρθρου 3 Ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών στον τόμο 12 και με αύξοντα αριθμό 169, σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. πρωτ.. 179/25.05.2021 πράξη καταχώρισης Εντύπου Δημοσίευσης Συμβάσεων του άρθρου 10 παρ. 14, 16 του Ν. 3156/2003.

2. της με αρ. …./2022 διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καρδίτσας και της συνημμένης σε αυτή επιταγής προς πληρωμή με την οποία επιτάσσομαι να καταβάλω : α. το ποσό των 67.284,17 Ευρώ , έντοκα με το ισχύον συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας, από την 10η Δεκεμβρίου 2013 με εξαμηνιαία ανατοκισμό τόκων, πλέον εξόδων μέχρι ολοσχερούς εξόφλησης, β. το ποσό των 1.412,43 Ευρώ για επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής σε εμένα(μου επιδόθηκε την 24η Νοεμβρίου 2022 άρα η επόμενη ημερομηνία είναι η 25η Νοεμβρίου 2022) και γ. το ποσό των 6 Ευρώ για έκδοση και επικύρωση επικυρωμένου αντιγράφου της ανακοπτόμενης και της επιταγής προς πληρωμή και το ποσό των 40 Ευρώ για τη σύνταξη της παρούσας επιταγής και τα έξοδα αμοιβής του δικαστικού επιμελητή όπως αυτά προβλέπονται από τη σχετική Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) 21798/2016, συνολικά το ποσό των 68.742,60 Ευρώ.

 

Κεφάλαια ανακοπής
1. Έλλειψη νομιμοποίησης της αιτούσας την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής- Η ΕΑΑΔΠ δεν νομιμοποιείται να αιτείται την έκδοση διαταγής πληρωμής
2. Αοριστία της αίτησης για την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής και του διατακτικού της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής ως προς το πρόσωπο στο οποίο επιδικάζεται το αιτούμενο κεφάλαιο, άλλως έλλειψη ενεργητικής νομιμοποίησης της καθής η ανακοπή-αιτούσας την έκδοση της διαταγής πληρωμής, ως προς το αίτημα να καταβληθεί το ποσό της απαίτησης στη δικαιούχο της απαίτησης και όχι στην διαχειρίστρια εταιρία
3. Ένσταση ενεργητικής νομιμοποίησης της φερόμενης ως δικαιούχου της ένδικης απαίτησης – Έλλειψη ενεργητικής νομιμοποίησης της καθής-Δεν αποδεικνύει την μεταβίβαση της επίδικης απαιτήσεως σε αυτήν

Η αιτούσα υπέβαλε αίτηση έκδοσης διαταγής πληρωμής ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καρδίτσας και εκδόθηκε, στη συνέχεια, σε βάρος μου η ανακοπτόμενη με αρ. …./2022 διαταγή πληρωμή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καρδίτσας, η οποία μου επιδόθηκε για πρώτη φορά την 24η Νοεμβρίου 2022 μετά της συνημμένης σε αυτή επιταγής προς πληρωμή με την οποία επιτάσσομαι να καταβάλω : α. το ποσό των 67.284,17 Ευρώ , έντοκα με το ισχύον συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας, από την 10η Δεκεμβρίου 2013 με εξαμηνιαία ανατοκισμό τόκων, πλέον εξόδων μέχρι ολοσχερούς εξόφλησης, β. το ποσό των 1.412,43 Ευρώ για επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής σε εμένα(μου επιδόθηκε την 24η Νοεμβρίου 2022 άρα η επόμενη ημερομηνία είναι η 25η Νοεμβρίου 2022) και γ. το ποσό των 6 Ευρώ για έκδοση και επικύρωση επικυρωμένου αντιγράφου της ανακοπτόμενης και της επιταγής προς πληρωμή και το ποσό των 40 Ευρώ για τη σύνταξη της παρούσας επιταγής και τα έξοδα αμοιβής του δικαστικού επιμελητή όπως αυτά προβλέπονται από τη σχετική Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) 21798/2016, συνολικά το ποσό των 68.742,60 Ευρώ.
Την ανωτέρω διαταγή πληρωμής ανακόπτω με την παρούσα ανακοπή μου για τους παρακάτω νόμιμους, βάσιμους και αληθινούς λόγους :

1ος Λόγος Ανακοπής: Έλλειψη νομιμοποίησης της αιτούσας την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής- Η ΕΑΑΔΠ δεν νομιμοποιείται να αιτείται την έκδοση διαταγής πληρωμής.

Mε τα άρθ. 1-3 Ν. 4354/2015 έλαβε χώρα η ίδρυση της δευτερογενούς αγοράς τραπεζικών δανείων σε εκπλήρωση των υποχρεώσεων που ανέλαβε η Ελληνική Δημοκρατία με το Μνημόνιο Κατανόησης της 19ης Σεπτεμβρίου 2015. Με τις ρυθμίσεις του ανωτέρω νόμου στην ισχύουσα εκδοχή τους καθιερώνονται δύο ξεχωριστά εταιρικά σχήματα, για τα οποία τίθενται ειδικές και αυξημένες προϋποθέσεις αδειοδότησης και λειτουργίας, δηλαδή:
α) η Εταιρία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (Ε.Δ.Α.Δ.Π., άρθ. 1 παρ. 1 στ. α ́ Ν. 4354/2015) και β) η Εταιρία Απόκτησης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (Ε.Α.Α.Δ.Π., άρθ. 1 παρ. 1 στ. β ́ Ν. 4354/2015), αντίστοιχα δε διαμορφώνονται δύο νέα συμβατικά μορφώματα, δηλαδή: α. η σύμβαση πώλησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις και β. η σύμβαση διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις.
Αμφότερα τα συμβατικά μορφώματα υπόκεινται σε σοβαρούς περιορισμούς ως προς τον τύπο, τα πρόσωπα που δικαιούνται να συμβληθούν και το περιεχόμενό τους (άρθ. 1 παρ. 1 στ. α’ και β’, 1 παρ. 1 στ. γ’, 2 παρ. 1 Ν. 4354/2015). Σύμφωνα με το άρθ. 1 παρ. 1 στ. β’ Ν. 4354/2015, συμβαλλόμενα μέρη στη σύμβαση πώλησης μπορούν να είναι μόνο πιστωτικά ιδρύματα ως πωλητές και μόνο Ε.Α.Α.Δ.Π. ως αγοραστές, ενώ στη σύμβαση διαχείρισης δύνανται να συμβάλλονται αφενός πιστωτικά ιδρύματα ή Ε.Α.Α.Δ.Π. και αφετέρου Ε.Δ.Α.Δ.Π.
Ειδικότερα, οι Ε.Δ.Α.Δ.Π. είναι ανώνυμες εταιρείες ειδικού και αποκλειστικού σκοπού, που αποτελούν χρηματοδοτικά ιδρύματα και οφείλουν να λαμβάνουν ειδική άδεια λειτουργίας από την Τράπεζα της Ελλάδος. Το άρθ. 2 παρ. 1-3 Ν. 4354/2015 προβλέπει ότι στις Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (Ε.Δ.Α.Δ.Π.) δύναται να ανατίθεται η διαχείριση απαιτήσεων από συμβάσεις δανείων ή και πιστώσεων που έχουν χορηγηθεί ή χορηγούνται από πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, πλην του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων (άρθ. 2 παρ. 1 Ν. 4354/2015 και 2 παρ. 5 στ. δ ́ Ν. 4261/2014 σε συνδυασμό). Η παραπάνω ρύθμιση εισάγει διττό περιορισμό ως προς το υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής της. Αφενός εξουσιοδοτών μπορεί να είναι μόνο πιστωτικό ίδρυμα ή Ε.Α.Α.Δ.Π., ενώ διαχειριστής μπορεί να είναι μόνο αδειοδοτημένη Ε.Δ.Α.Δ.Π. (άρθ. 1 παρ. 1 στ. α’ Ν. 4354/2015). Αντίστοιχα, η μεταβίβαση απαιτήσεων από πιστωτικές συμβάσεις που ρυθμίζεται στο άρθ. 3 Ν. 4354/2015, μπορεί να γίνεται μόνο προς εδρεύουσα στην Ελλάδα Ε.Α.Α.Δ.Π. ή σε αλλοδαπή ανάλογη εταιρεία, που λειτουργεί υπό τις προϋποθέσεις του άρθ. 1 παρ. 1 στ. β ́ Ν. 4354/2015. Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι ως αντιστάθμισμα της ελλείπουσας κρατικής εποπτείας επί των Ε.Α.Α.Δ.Π., οι οποίες συμβάλλονται σε συμβάσεις πώλησης τέτοιων απαιτήσεων ως αγοραστές, ουδόλως δε προβλέπεται η προηγούμενη αδειοδότησή τους από την Τράπεζα της Ελλάδος (άρθ. 1 παρ. 1 στ. β ́ Ν. 4354/2015), τίθεται ως προϋπόθεση εγκυρότητας της σύμβασης μεταβίβασης απαιτήσεων μεταξύ χρηματοπιστωτικού ιδρύματος και ΕΑΑΛΠ η προηγούμενη σύναψη σύμβασης διαχείρισης των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων μεταξύ της τελευταίας και Ε.Δ.Α.Δ.Π., σύμβασης που πληροί τους όρους του Ν. 4354/2015, δια μέσω της οποίας και μόνο η αποκτώσα εταιρία θα δύναται να ασκεί τα δικαιώματά της που απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες λόγω πώλησης απαιτήσεις (άρθ. 1 παρ. 1 στ. γ’ Ν. 4354/2015).
Περαιτέρω, η σύμβαση ανάθεσης διαχείρισης απαιτήσεων υπόκειται σε συστατικό έγγραφο τύπο (άρθ. 2 παρ. 2 στ. α’) και περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστο περιεχόμενο: α) τις προς διαχείριση απαιτήσεις και το τυχόν στάδιο μη εξυπηρέτησης κάθε απαίτησης, β) τις πράξεις της διαχείρισης, οι οποίες μπορεί να συνίστανται ιδίως στη νομική και λογιστική παρακολούθηση, την είσπραξη, τη διενέργεια διαπραγματεύσεων με τους οφειλέτες των προς διαχείριση απαιτήσεων και τη σύναψη συμβάσεων συμβιβασμού κατά την έννοια των άρθ. 871-872 ΑΚ ή ρύθμισης και διακανονισμού οφειλών σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας, όπως έχει θεσπιστεί με την υπ’ αρ. 116/25.8.2014 απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος κατ’ εφαρμογή της παρ. 2 του άρθ. 1 Ν. 4224/2013 και γ) την καταβλητέα αμοιβή διαχείρισης, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να μετακυλίεται στον υπόχρεο καταβολής της απαίτησης. Κατά τη διάταξη δε του άρθ. 2 παρ. 4 Ν. 4354/2014: «Οι Εταιρείες Διαχείρισης νομιμοποιούνται, ως μη δικαιούχοι διάδικοι, να ασκήσουν κάθε ένδικο βοήθημα και να προβαίνουν σε κάθε άλλη δικαστική ενέργεια για την είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων, καθώς και να κινούν, παρίστανται ή συμμετέχουν σε προπτωχευτικές διαδικασίες εξυγίανσης, πτωχευτικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, διαδικασίες διευθέτησης οφειλών και ειδικής διαχείρισης των άρθ. 61 επ. του Ν. 4307/2014 (Α ́ 246). Εφόσον οι Εταιρίες συμμετέχουν σε οποιαδήποτε δίκη με την ιδιότητα του μη δικαιούχου διαδίκου Το δεδικασμένο της απόφασης καταλαμβάνει και τον δικαιούχο της απαίτησης». Από το συνδυασμό, άλλωστε, των διατάξεων των άρθ. 1 παρ. 1 στ. β’ και γ’, 2 παρ. 2 περ. β’ και 2 παρ. 4 Ν. 4354/2015, συνάγεται με ερμηνευτική ασφάλεια το συμπέρασμα ότι στην περίπτωση κατά την οποία η απαίτηση πιστωτικού ιδρύματος μεταβιβάζεται σε Ε.Α.Α.Δ.Π., η οποία υποχρεωτικά και ως προϋπόθεση του κύρους της εν γένει μεταβίβασης της απαίτησης οφείλει να έχει αναθέσει εκ των προτέρων, μάλιστα, τη διαχείριση σε Ε.Δ.Α.Δ.Π., η νομιμοποίηση της τελευταίας θα είναι αποκλειστική, από τη στιγμή που κατά ρητή νομοθετική πρόβλεψη τα δικαιώματα που απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις μπορούν να ασκηθούν μόνο μέσω της Ε.Δ.Α.Δ.Π., κατ’ αποκλεισμό της αληθούς δικαιούχου Ε.Α.Α.Δ.Π., ενόψει και της εμφατικής περί τούτου διατύπωσης της διάταξης του άρθ. 1 παρ. 1 στ. γ’ Ν. 4354/2015. Όπως συνάγεται ευθέως από τη διάταξη του άρθ. 2 παρ. 4 Ν. 4354/2015, η νομιμοποίηση της Ε.Δ.Α.Δ.Π. είναι εξαιρετική, αφού αυτή νομιμοποιείται στην άσκηση ένδικων βοηθημάτων προς το σκοπό είσπραξης των υπό διαχείριση απαιτήσεων ως μη δικαιούχος διάδικος (ΜΠΑ91/2021 δημ. ΕΕμπΔ2/2021 σελ. 467-477, sakkoulas-online.gr).
Τα ανωτέρω ισχύουν και επί της σύμβασης μεταβίβασης τιτλοποιημένων επιχειρηματικών απαιτήσεων (λόγω πώλησης) σε εταιρείες ειδικού σκοπού και της σύμβασης διαχείρισης των ως άνω απαιτήσεων, που προβλέπονται στο άρθρο 10 του ν. 3156/2003 περί ομολογιακών δανείων, τιτλοποίησης απαιτήσεων και απαιτήσεων από ακίνητα, το οποίο περιέχει αντίστοιχες διατάξεις με τις προαναφερόμενες διατάξεις του ν. 4354/2015 (ΜΠΑ6376/2020 αδημ.).
Ειδικότερα, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 10 § 14 του ν. 3156/2003 με το οποίο ρυθμίζεται η μεταβίβαση επιχειρηματικών απαιτήσεων λόγω πώλησης με σύμβαση, δηλαδή η τιτλοποίηση απαιτήσεων «με σύμβαση, που συνάπτεται εγγράφως, η είσπραξη και εν γένει διαχείριση των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων μπορεί να ανατίθεται σε πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα, που παρέχει νομίμως υπηρεσίες σύμφωνα με τον σκοπό του στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, στον μεταβιβάζοντα ή και σε τρίτο, εφόσον ο τελευταίος είτε είναι εγγυητής των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων, είτε ήταν επιφορτισμένος με τη διαχείριση ή την είσπραξη των απαιτήσεων πριν την μεταβίβασή τους στον αποκτώντα. Αν η εταιρεία ειδικού σκοπού δεν εδρεύει στην Ελλάδα και οι μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις είναι απαιτήσεις κατά καταναλωτών πληρωτέες στην Ελλάδα, τα πρόσωπα στα οποία ανατίθεται η διαχείριση πρέπει να έχουν εγκατάσταση στην Ελλάδα. Σε περίπτωση υποκατάστασης του διαχειριστή, ο υποκατάστατος ευθύνεται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με τον διαχειριστή». Επιπλέον, στην § 16 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι «στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του ν. 2844/2000 της έδρας του μεταβιβάζοντος, σημειώνεται η σύμφωνα με την § 14 ανάθεση της διαχείρισης και κάθε σχετική μεταβολή».
Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι στην περίπτωση, που ο εκδοχέας είναι εταιρία με έδρα εκτός Ελλάδας και οι μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις είναι απαιτήσεις καταναλωτών πληρωτέες στην Ελλάδα, τότε υποχρεωτικώς οφείλουν τα όργανα της εταιρείας αυτής να αναθέτουν την διαχείριση σε πρόσωπα φυσικά ή νομικά, τα οποία έχουν κατοικία ή έδρα στην Ελλάδα. Τόσο η ανάθεση της διαχείρισης, όσο και κάθε μεταβολή σχετική με αυτή είναι τυπικές, με αποτέλεσμα να απαιτείται η σημείωσή τους στο οικείο δημόσιο βιβλίο του ενεχυροφυλακείου. Περαιτέρω, η νομιμοποίηση αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση της όλης δίκης, η ύπαρξη της οποίας ερευνάται αυτεπαγγέλτως σε κάθε στάση της δίκης, ενώ, εάν απουσιάζει, απορρίπτεται η αγωγή ως απαράδεκτη. Για τη θεμελίωση της νομιμοποίησης, κατά κανόνα, αρκεί ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι ο ίδιος είναι φορέας του επίδικου δικαιώματος. Επομένως, η κατά κανόνα νομιμοποίηση προσλαμβάνει τυπικό χαρακτήρα και ερευνάται, προκειμένου να διαπιστωθεί ενδεχόμενη έλλειψή της, ιδίως σε περίπτωση, που έλαβε χώρα πριν από την έναρξη της δίκης καθολική ή ειδική διαδοχή στο επίδικο δικαίωμα (βλ. Ν. Νίκα , Πολιτική Δικονομία ΙΙ 2005, σ. 312-313).
Στην υπό κρίση περίπτωση, η αιτούσα την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής είναι η αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού ή ΕΑΑΔΠ με την επωνυμία «MEXICO FINANCE DAC» (MEΞΙΚΟ ΦΑΙΝΑΝΣ ΝΤΑΚ), με έδρα το Δουβλίνο της Ιρλανδίας – George’s Dock 3, 4ος όροφος, η οποία ως αλλοδαπή εταιρεία, είτε με τις ως άνω διατάξεις του ν. 4354/2015 είτε με τις ως άνω διατάξεις του ν. 3156/2003, δεν δικαιούται να αιτείται την έκδοση διαταγής πληρωμής, ενώ τέτοιο δικαίωμα, έχει μόνο η εταιρία διαχείρισης απαιτήσεων με την επωνυμία: «doValue GREECE Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» και το διακριτικό τίτλο «doValue GREECE» όπως μετονομάσθηκε από την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Eurobank FPS Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» (ΓΙΟΥΡΟΜΠΑΝΚ ΕΦ.ΠΙΕΣ. ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ) και τον διακριτικό τίτλο «EUROBANK FINANCIAL PLANNING SERVISES»(ΓΙΟΥΡΟΜΠΑΝΚ ΦΑΙΝΑΝΣΙΑΛ ΠΛΑΝΙΝΓΚ ΣΕΡΒΙΣΙΣ) όπως εκπροσωπείται νόμιμα, υπό την ιδιότητα της ως διαχειρίστρια των απαιτήσεων της παραπάνω εταιρείας ειδικού σκοπού τιτλοποίησης, δυνάμει της από 25-05-2021 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, όπως έχει καταχωρηθεί νομίμως στο Δημόσιο Βιβλίο του άρθρου 3 Ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών στον τόμο 12 και με αύξοντα αριθμό 170, σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. πρωτ.. 180/25.05.2021 πράξη καταχώρισης Εντύπου Δημοσίευσης Συμβάσεων του άρθρου 10 παρ. 14, 16 του Ν. 3156/2003.
Συνεπώς, η καθής στερείται ενεργητικής νομιμοποίησης για την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής, η οποία πρέπει να ακυρωθεί λόγω διαδικαστικού απαραδέκτου, δεκτού γενομένου ως νόμω και ουσία βάσιμου του παρόντος λόγου ανακοπής.

2ος Λόγος Ανακοπής: Αοριστία της αίτησης για την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής και του διατακτικού της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής ως προς το πρόσωπο στο οποίο επιδικάζεται το αιτούμενο κεφάλαιο, άλλως έλλειψη ενεργητικής νομιμοποίησης της καθής η ανακοπή-αιτούσας την έκδοση της διαταγής πληρωμής, ως προς το αίτημα να καταβληθεί το ποσό της απαίτησης στη δικαιούχο της απαίτησης και όχι στην διαχειρίστρια εταιρία

Σύμφωνα με το άρθρο 1 του Ν. 4354/2015: «1.α. Η διαχείριση των απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις που χορηγούνται ή έχουν χορηγηθεί από πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, όπως και των απαιτήσεων εταιρειών προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, εκτός των αναφερόμενων στην περίπτωση δ’ της παραγράφου 5 του άρθρου 2 του ν. 4261/2014 (Α’ 107), ανατίθεται στους κατωτέρω, ως προς μεν τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα αποκλειστικά, ως προς δε τις εταιρείες προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας δυνητικά: αα) σε ανώνυμες εταιρίες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, ειδικού και αποκλειστικού σκοπού, υπό την επιφύλαξη της παρ. 20, που εδρεύουν στην Ελλάδα και ββ) σε εταιρίες που εδρεύουν σε κράτος-μέλος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ).
Οι παραπάνω εταιρείες, που είναι χρηματοδοτικά ιδρύματα, λαμβάνουν ειδική άδεια από την Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και εποπτεύονται για τη συμμόρφωση προς τις διατάξεις του παρόντος νόμου από την Τράπεζα της Ελλάδος. Οι εταιρίες αυτές, μετά την λήψη άδειας λειτουργίας, καταχωρούνται σε ειδικό Μητρώο του Γενικού Εμπορικού Μητρώου (ΓΕΜΗ) και διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου και συμπληρωματικά από τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 (Α’ 37) για τις ανώνυμες εταιρίες. β. Η μεταβίβαση απαιτήσεων από πιστώσεις και δάνεια που έχουν χορηγήσει ή χορηγούν πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, όπως και απαιτήσεων εταιρειών προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, πλην της περίπτωσης δ’ της παραγράφου 5 του άρθρου 2 του ν. 4261/2014 (Α’ 107), μπορεί να λάβει χώρα μόνο λόγω πώλησης, δυνάμει σχετικής έγγραφης συμφωνίας, σύμφωνα και με τα όσα προβλέπονται στο άρθρο 3, προς τους κατωτέρω, ως προς μεν τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα αποκλειστικά, ως προς δε τις εταιρείες προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας δυνητικά: αα) Ανώνυμες εταιρίες που σύμφωνα με το καταστατικό τους μπορούν να προβαίνουν σε απόκτηση απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, εδρεύουν στην Ελλάδα και καταχωρίζονται στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕΜΗ), ββ) Εταιρίες που έχουν έδρα στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, που σύμφωνα με το καταστατικό τους μπορούν να προβαίνουν σε απόκτηση απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και γγ) σε εταιρίες που έχουν έδρα σε τρίτες χώρες, που σύμφωνα με το καταστατικό τους μπορούν να προβαίνουν σε απόκτηση απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, υπό την επιφύλαξη διατάξεων της ενωσιακής νομοθεσίας, οι οποίες έχουν τη διακριτική ευχέρεια να εγκαθίστανται στην Ελλάδα μέσω υποκαταστήματος υπό την προϋπόθεση ότι: γγα) Η έδρα τους δεν βρίσκεται σε κράτος που έχει προνομιακό φορολογικό καθεστώς, όπως αυτό προσδιορίζεται στις εκάστοτε κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 65 του ν. 4172/2013 (Α’ 167) και γγβ) η έδρα τους δεν βρίσκεται σε μη συνεργάσιμο κράτος, όπως αυτό προσδιορίζεται στις εκάστοτε κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 65 του ν. 4172/2013. γ. Η πώληση των παραπάνω απαιτήσεων είναι ισχυρή μόνο εφόσον έχει υπογραφεί συμφωνία ανάθεσης διαχείρισης μεταξύ εταιρίας απόκτησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις και εταιρίας διαχείρισης απαιτήσεων που αδειοδοτείται και εποπτεύεται κατά τον παρόντα νόμο από την Τράπεζα της Ελλάδος. Η προϋπόθεση αυτή οφείλει να εκπληρώνεται και σε κάθε περαιτέρω μεταβίβαση. Τα δικαιώματα που απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες λόγω πώλησης απαιτήσεις δύνανται να ασκούνται μόνο μέσω των εταιρειών διαχείρισης της παρούσας παραγράφου. Οι μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις από δάνεια και πιστώσεις λογίζονται ως τραπεζικές και μετά τη μεταβίβασή τους. Οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων ευθύνονται για όλες τις υποχρεώσεις απέναντι στο Δημόσιο και σε τρίτους, οι οποίες βαρύνουν τις εταιρίες απόκτησης απαιτήσεων και απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις. δ. Οι διατάξεις του παρόντος δεν επηρεάζουν την εφαρμογή των διατάξεων των νόμων 3156/2003 (Α’ 157), ν. 1905/1990 (Α’ 147), 1665/1986 (Α’ 194), 3606/2007 (Α’ 195) και 4261/2014 (Α’ 107). Σύμφωνα δε με το άρθρο 2 του ως άνω Νόμου ορίζεται ότι: «1. Στις εταιρίες της περίπτωσης α’ της παρ. 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου δύναται να ανατίθεται η διαχείριση απαιτήσεων από συμβάσεις δανείων ή/και πιστώσεων που έχουν χορηγηθεί ή χορηγούνται από πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, πλην της περίπτωσης δ’ της παρ. 5 του άρθρου 2 του ν. 4261/2014. 2. Η σύμβαση ανάθεσης διαχείρισης των απαιτήσεων αυτών υπόκειται σε συστατικό έγγραφο τύπο και περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστο περιεχόμενο τα ακόλουθα: α. Τις προς διαχείριση απαιτήσεις και το τυχόν στάδιο μη εξυπηρέτησης κάθε απαίτησης. β. Τις πράξεις της διαχείρισης, οι οποίες μπορεί να συνίστανται ιδίως στη νομική και λογιστική παρακολούθηση, την είσπραξη, τη διενέργεια διαπραγματεύσεων με τους οφειλέτες των προς διαχείριση απαιτήσεων και τη σύναψη συμβάσεων συμβιβασμού κατά την έννοια των άρθρων 871- 872 ΑΚ ή ρύθμισης και διακανονισμού οφειλών σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας, όπως έχει θεσπισθεί με την υπ’ αριθμ. 116/25.8.2014 απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος κατ’ εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4224/2013. γ. Την καταβλητέα αμοιβή διαχείρισης, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να μετακυλίεται στον υπόχρεο καταβολής της απαίτησης. Αντίγραφο της συμβάσεως κοινοποιείται στην Τράπεζα της Ελλάδος εντός δέκα (10) ημερών από την υπογραφή της. 3. Το ελάχιστο περιεχόμενο της σύμβασης ανάθεσης διαχείρισης της προηγούμενης παραγράφου δύναται να εξειδικεύεται περαιτέρω με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος. Τα σχέδια των συμβάσεων ανάθεσης διαχείρισης αποτελούν αντικείμενο εποπτείας από την Τράπεζα της Ελλάδος για σκοπούς συμμόρφωσης στον παρόντα νόμο. 4. Οι Εταιρίες Διαχείρισης νομιμοποιούνται, ως μη δικαιούχοι διάδικοι, να ασκήσουν κάθε ένδικο βοήθημα και να προβαίνουν σε κάθε άλλη δικαστική ενέργεια για την είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων, καθώς και να κινούν, παρίστανται ή συμμετέχουν σε προπτωχευτικές διαδικασίες εξυγίανσης, πτωχευτικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, διαδικασίες διευθέτησης οφειλών και ειδικής διαχείρισης των άρθρων 61 επ. του ν. 4307/2014 (Α’ 246). Εφόσον οι Εταιρίες συμμετέχουν σε οποιαδήποτε δίκη με την ιδιότητα του μη δικαιούχου διαδίκου το δεδικασμένο της απόφασης καταλαμβάνει και τον δικαιούχο της απαίτησης.
Από την ερμηνεία των πιο πάνω διατάξεων προκύπτει ότι στην περίπτωση κατά την οποία η απαίτηση του πιστωτικού ιδρύματος μεταβιβάζεται σε Εταιρεία Απόκτησης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (ΕΑΑΔΠ), η οποία υποχρεωτικά και ως προϋπόθεση του κύρους της εν γένει μεταβίβασης της απαίτησης οφείλει να έχει αναθέσει εκ των προτέρων τη διαχείριση αυτής σε Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (ΕΔΑΔΠ), υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 παρ. 1 στ. γ’ του Ν. 4354/2015, η νομιμοποίηση της ΕΔΑΔΠ για την δικαστική επιδίωξη της απαίτησης είναι, κατά ρητή νομοθετική πρόβλεψη, αποκλειστική. Η ΕΔΑΔΠ, δηλαδή, νομιμοποιείται αποκλειστικά να ασκεί δικαστικά τις υπό διαχείριση απαιτήσεις για λογαριασμό και επ’ ονόματι της ΕΑΑΔΠ. Στο μέτρο δε που αναγνωρίζεται στην ΕΔΑΔΠ η εξουσία να διεξάγει τη δίκη ιδίω ονόματι, πρέπει να της αναγνωριστεί και η εξουσία να απαιτήσει την καταβολή της οφειλής προς την ίδια κατ’ αναλογία προς ό, τι γίνεται δεκτό εξ αφορμής της εξουσιοδότησης προς είσπραξη, όπου ο εξουσιοδοτούμενος δεν αποκτά μεν την απαίτηση, η οποία παραμένει στον εξουσιοδότη, αλλά δικαιούται απλώς να την ασκήσει (π.χ. να την εισπράξεις στο δικό του όνομα, αλλά για λογαριασμό του εξουσιοδότη (βλ. Α.Γεωργιάδης Γενικό Ενοχικό σελ. 407 υπό δ’).
Αντίθετα, όταν το πιστωτικό ίδρυμα παραμένει δικαιούχος των απαιτήσεων από τη δανειακή ή πιστωτική σύμβαση και αναθέτει μόνο τη διαχείριση τους σε ΕΔΑΔΠ, η νομιμοποίηση της τελευταίας παραμένει συντρέχουσα και παράλληλη με εκείνη του πιστωτικού ιδρύματος, καθώς στην περίπτωση αυτή δεν προβλέπεται στον νόμο ανάλογη ρύθμιση με το άρθρο 1 παρ. 1 στ. γ’, όπως στην ανωτέρω περίπτωση. Τουναντίον από την ερμηνεία του άρθρου 2 παρ. 2 εδ. β’, και συγκεκριμένα από τον ενδεικτικό χαρακτήρα της απαρίθμησης («ιδίως») των στοιχείων που πρέπει να περιέχει η σύμβαση ανάθεσης, αλλά σε συνδυασμό με αυτή της παρ. 4 εδ. τελευταίο του ίδιου άρθρου, όπου ρητώς αναφέρεται «εφόσον οι εταιρείες συμμετέχουν σε οποιαδήποτε δίκη με την ιδιότητα του μη δικαιούχου διαδίκου…», συνάγεται ότι η νομιμοποίηση της ΕΔΑΔΠ στην περίπτωση αυτή είναι συμβατική και εναπόκειται στα συμβαλλόμενα μέρη να διαμορφώσουν τις εξουσίες της διαχειρίστριας. Στην περίπτωση, επομένως, αυτή, η νομιμοποίηση της ΕΔΑΔΠ θα στηρίζεται πάντοτε σε δικαιοπρακτικό θεμέλιο, καθώς η καθ’ αυτή ανάθεση της διαχείρισης των απαιτήσεων από το πιστωτικό ίδρυμα δεν συνεπάγεται αυτομάτως και τη θεμελίωση της αποκλειστικής νομιμοποίησης της προς διεξαγωγή των δικών που αφορούν τις υπό διαχείριση απαιτήσεις και μπορεί να διαμορφωθεί, με βάση τη μεταξύ τους σύμβαση, ως παράλληλη ή και αποκλειστική ή ακόμη και να περιορισθεί σε συγκεκριμένο κύκλο υποθέσεων, παραμένοντας συντρέχουσα και παράλληλη με εκείνη του πιστωτικού ιδρύματος (βλ. Παναγιώτης Γιαννόπουλος, «Η Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις ως μη δικαιούχος διάδικος στη διαγνωστική δίκη και στο στάδιο της αναγκαστικής εκτέλεσης. Κριτική επισκόπηση των ρυθμίσεων του Ν. 4354/2015 και de lege ferenda προτάσεις», Αρμενόπουλος 2019, σελ. 233 επ.).
Στην επίδικη περίπτωση, η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής πρέπει να ακυρωθεί, είτε λόγω αοριστίας του αιτήματος της αιτούσας στην από 05.10.2022 αίτησή της για την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής ως προς το πρόσωπο στο οποίο αιτείται να επιδικαστεί η επίδικη απαίτηση, είτε για τον λόγο ότι η επίδικη απαίτηση επιδικάστηκε στην αιτούσα φερόμενη ως δικαιούχο της ένδικης απαίτησης αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «MEXICO FINANCE DAC» (MEΞΙΚΟ ΦΑΙΝΑΝΣ ΝΤΑΚ), με έδρα το Δουβλίνο της Ιρλανδίας – George’s Dock 3, 4ος όροφος και όχι στην εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, με την επωνυμία «doValue GREECE Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» και το διακριτικό τίτλο «doValue GREECE» όπως μετονομάσθηκε από την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Eurobank FPS Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» (ΓΙΟΥΡΟΜΠΑΝΚ ΕΦ.ΠΙΕΣ. ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ) και τον διακριτικό τίτλο «EUROBANK FINANCIAL PLANNING SERVISES»(ΓΙΟΥΡΟΜΠΑΝΚ ΦΑΙΝΑΝΣΙΑΛ ΠΛΑΝΙΝΓΚ ΣΕΡΒΙΣΙΣ) με την ιδιότητά της ως διαχειρίστριας της επίδικης απαίτησης και την εξαιρετική νομιμοποίηση της ως μη δικαιούχου διαδίκου του άρθρου 2 παρ. 4 του Ν. 4354/2015 της άνω εταιρείας ειδικού σκοπού, με αποτέλεσμα η απαίτηση είτε να έχει να επιδικαστεί αορίστως είτε να έχει επιδικαστεί στην καθής αιτούσα την έκδοση διαταγής πληρωμής, για την οποία όμως δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις της ενεργητικής νομιμοποίησης.
Εκ των ανωτέρω συνάγεται, επίσης, ότι με την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής αορίστως και απαραδέκτως επιδικάστηκε το αιτούμενο ποσό στην αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «MEXICO FINANCE DAC» (MEΞΙΚΟ ΦΑΙΝΑΝΣ ΝΤΑΚ), με έδρα το Δουβλίνο της Ιρλανδίας – George’s Dock 3, 4ος όροφος, αφού, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν παραπάνω, στην περίπτωση κατά την οποία η απαίτηση του πιστωτικού ιδρύματος μεταβιβάζεται σε Εταιρεία Απόκτησης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (ΕΑΑΔΠ), η οποία υποχρεωτικά και ως προϋπόθεση του κύρους της εν γένει μεταβίβασης της απαίτησης, οφείλει να έχει αναθέσει εκ των προτέρων τη διαχείριση αυτής σε Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (ΕΔΑΔΠ) υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 παρ. 1 στ. γ’ του Ν. 4354/2015, όπως στην προκειμένη περίπτωση, η νομιμοποίηση της ΕΔΑΔΠ για τη δικαστική επιδίωξη της απαίτησης είναι, κατά ρητή νομοθετική πρόβλεψη, αποκλειστική και η τελευταία οφείλει να απαιτήσει την καταβολή της οφειλόμενης απαίτησης προς την ίδια, κατ’ αναλογία προς ό,τι γίνεται δεκτό εξ αφορμής της εξουσιοδότησης προς είσπραξη, όπου ο εξουσιοδοτούμενος δεν αποκτά μεν την απαίτηση, η οποία παραμένει στον εξουσιοδοτούντα, αλλά δικαιούται απλώς να την ασκήσει (π.χ. να την εισπράξει) στο δικό του όνομα, αλλά για λογαριασμό του εξουσιοδοτούντος. Κατά συνέπεια, η προσβαλλομένη διαταγή πληρωμής θα έπρεπε να επιδικάζει το επιδικασθέν ποσό, στη διαχειρίστρια της απαίτησης και όχι στην καθής η ανακοπή δικαιούχο της απαίτησης και αιτούσα την έκδοση διαταγής πληρωμής, η οποία και δεν νομιμοποιείται ενεργητικά για την έκδοσή της και ως εκ τούτου, αφού δεν συντρέχουν οι διαδικαστικές προϋποθέσεις έκδοσης διαταγής πληρωμής, αυτή πρέπει να ακυρωθεί, δεκτού γενομένου του παρόντος λόγους ανακοπής, ως νόμω και ουσία βάσιμου.

3ος Λόγος Ανακοπής: Ένσταση ενεργητικής νομιμοποίησης της φερόμενης ως δικαιούχου της ένδικης απαίτησης
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 626 ΚΠολΔ, ενεργητικά νομιμοποιείται για την υποβολή της αίτησης έκδοσης διαταγής πληρωμής ο ισχυριζόμενος ότι είναι δικαιούχος της απαίτησης, ο οποίος, εάν έχει χωρήσει μεταβολή στα υποκείμενα της ουσιαστικής έννομης σχέσης, πρέπει να αναφέρει στην αίτηση του ότι έχει χωρήσει διαδοχή ή άλλη μεταβολή και να αποδείξει με έγγραφα ότι συνέτρεξε η διαδοχή ή η μεταβολή που τον νομιμοποιεί ενεργητικά στην άσκηση της αίτησης, αν και δεν ήταν αρχικά, πριν από το χρόνο άσκησης της αίτησης, φορέας της ουσιαστικής έννομης σχέσης, ενώ αν ήταν αρχικά φορέας της ουσιαστικής έννομης σχέσης και έπαψε, πρέπει να προσδιορίσει με ποία ιδιότητα αιτείται την έκδοση διαταγής πληρωμής. Η έλλειψη των παραπάνω στοιχείων δεν θεραπεύεται με τη μεταγενέστερη προσκόμιση αυτών στη δίκη της ανακοπής (ΑΠ 782/1994 Δνη 95.838, ΕφΑΘ 2558/2011, ΕφΑΔ 2012.883). Το παραπάνω δικονομικό βάρος αποβλέπει στη διασφάλιση της έρευνας από τον δικαστή τυχόν έλλειψης της διαδικαστικής προϋπόθεσης της ενεργητικής νομιμοποίησης του αιτούντος. Η πρόβλεψη δικονομικού απαράδεκτου σε περίπτωση που τα σχετικά έγγραφα λείπουν έως το χρόνο έκδοσης (ή μη) της διαταγής πληρωμής, στηρίζεται στη ματαίωση, στην περίπτωση αυτή, του αναγκαίου για τη μετέπειτα ορθή δικαστική «κρίση» όρου ότι ο αιτών έχει την εξουσία κίνησης της διαδικασίας που αποσκοπεί στην έκδοση διαταγής πληρωμής. Περαιτέρω, αντίθετα προς την έκδοση διαταγής πληρωμής, η άσκηση ανακοπής ανοίγει διαγνωστική δίκη για το κύρος της διαταγής πληρωμής. Οι λόγοι της ανακοπής μπορεί να συνίστανται σε άρνηση της συνδρομής των τυπικών προϋποθέσεων για την έγκυρη έκδοση αυτής, οποίες προβλέπονται στα άρθρα 623-630 ΚΠολΔ. Στις τοπικές προϋποθέσεις περιλαμβάνεται και η έλλειψη ενεργητικής νομιμοποίησης του αιτούντος καθώς και αναφοράς στην αίτηση και προσκόμισης των εγγράφων που θεμελιώνουν την ενεργητική νομιμοποίηση αυτού (αιτούντος την έκδοση διαταγής πληρωμής) σε χρόνο πριν από την έκδοση αυτής, σε περίπτωση που χώρησε μεταβολή ή διαδοχή στο πρόσωπο του αρχικού φορέα της ουσιαστικής έννομης σχέσης (ΜΠρΛαρ 19/2016. ΝΟΜΟΣ).
Στην προκείμενη περίπτωση, η προσβαλλόμενη διαταγής πληρωμής πρέπει να ακυρωθεί λόγω διαδικαστικού απαραδέκτου, καθώς η καθ’ ης η ανακοπή δεν προσκόμισε με την από 05.10.2022 αίτησή της για την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής, τα έγγραφα που αποδεικνύουν την ενεργητική της νομιμοποίηση, ως ειδικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Τράπεζα Eurobank Ανώνυμη Εταιρεία» με την οποία είχε συναφθεί η ένδικη δανειακή σύμβαση από την οποία απορρέει η ένδικη αξίωσή της για την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής. Ειδικότερα:

Ι. Με τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 3Α του ν. 4354/2015 περί διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, μισθολογικών ρυθμίσεων και άλλων επειγουσών διατάξεων εφαρμογής της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών ρυθμίσεων, ο νομοθέτης προχώρησε στην ίδρυση της δευτερογενούς αγοράς τραπεζικών δανείων, σε εκπλήρωση των υποχρεώσεων που (ανέλαβε η Ελληνική Δημοκρατία με το Μνημόνιο Κατανόησης της 19ης.08.2015. Με τις εν λόγω διατάξεις, όπως αυτές ισχύουν μετά τη διαδοχική τροποποίησή τους με διατάξεις του ν. 4387/2016, του ν. 4389/2016, του ν. 4393/2016, του ν. 4472/2017, του ν. 4549/2018 και του ν. 4643/2019, καθιερώνονται δύο νέες ειδικές μορφές ανωνύμων εταιρειών, για τις οποίες τίθενται ειδικές και αυξημένες προϋποθέσεις αδειοδότησης και λειτουργίας: α) της Εταιρείας Απόκτησης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (Ε.Α.Α.Δ.Π.) και β) της Εταιρείας Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (Ε.Δ.Α.Δ.Π.). Αντίστοιχα, διαμορφώνονται δύο νέα συμβατικά μορφώματα, η σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις που έχουν χορηγήσει ή χορηγούν πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, όπως και απαιτήσεων εταιρειών προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, και η σύμβαση διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις που έχουν χορηγήσει ή χορηγούν πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, όπως και απαιτήσεων εταιρειών προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας. Αμφότερα τα συμβατικά μορφώματα υπόκεινται σε σοβαρούς περιορισμούς ως προς τον τύπο, τα πρόσωπα που δικαιούνται να συμβληθούν και το περιεχόμενό τους. Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ.1 στοιχ. β’ του ν. 4354/2015, συμβαλλόμενα μέρη στη σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης (απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις που έχουν χορηγήσει ή χορηγούν πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, που ενδιαφέρει εν προκειμένω, μπορούν να είναι μόνο πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα ως πωλητές και μόνον Ε.Α.Α.Δ.Π. ως αγοραστές. Αντίστοιχα, στη σύμβαση διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις που έχουν χορηγήσει ή χορηγούν πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα είναι νοητό να συμβάλλονται αφενός πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα ή Ε.Α.Α.Δ.Π. και αφετέρου Ε.Δ.Α.Δ.Π. Η σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων από συμβάσεις δανείων και πιστώσεων υπόκειται σε συστατικό έγγραφο τύπο και αντικείμενό της μπορεί να είναι. μεμονωμένες απαιτήσεις ή ομάδες απαιτήσεων κατά οποιουδήποτε δανειολήπτη, μη εφαρμοζομένου στην περίπτωση αυτή του άρθρου 479 ΑΚ. Άλλα δικαιώματα, ακόμα αν δεν αποτελούν παρεπόμενα δικαιώματα κατά την έννοια του άρθρου 458 ΑΚ, εφόσον συνδέονται με τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις, μπορούν να μεταβιβάζονται μαζί με αυτές. Η πώληση των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 513 επ. ΑΚ, η δε μεταβίβαση από τις διατάξεις των άρθρων 455 επ. ΑΚ, εφόσον οι διατάξεις αυτές δεν αντίκεινται στις διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 4354/2015 (βλ. άρθρο 3 παρ. 1 του ν. 4354/2015). Η σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων από συμβάσεις δανείων και πιστώσεων καταχωρίζεται στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του ν. 2844/2000. Από την καταχώριση της σχετικής σύμβασης επέρχεται η μεταβίβαση των πωλούμενων απαιτήσεων του μεταβιβάζοντος πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος (βλ. άρθρο 3 παρ. 3 του ν. 4354/2015). Η αναγγελία της καταχώρισης γίνεται ατύπως προς τους οφειλέτες και τους εγγυητές με κάθε πρόσφορο μέσο, συμπεριλαμβανομένων και των μέσων ηλεκτρονικής επικοινωνίας. Πριν από την καταχώριση δεν αποκτώνται έναντι τρίτων δικαιώματα που απορρέουν από τη μεταβίβαση των ανωτέρω απαιτήσεων (βλ. άρθρο 384 του ν. 4354/2015). Η σύμβαση ανάθεσης διαχείρισης απαιτήσεων από συμβάσεις δανείων και πιστώσεων υπόκειται σε συστατικό έγγραφο τύπο και περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστο περιεχόμενο τα ακόλουθα: (α) τις προς διαχείριση απαιτήσεις και το τυχόν στάδιο μη εξυπηρέτησης κάθε απαίτησης. (β) τις πράξεις της διαχείρισης, οι οποίες μπορεί να συνίστανται ιδίως στη νομική και λογιστική παρακολούθηση, την είσπραξη, τη διενέργεια διαπραγματεύσεων με τους οφειλέτες των προς διαχείριση απαιτήσεων και τη σύναψη συμβάσεων συμβιβασμού κατά την έννοια των άρθρων 871 – 872 ΑΚ ή ρύθμισης και διακανονισμού οφειλών σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας, όπως έχει θεσπισθεί με την υπ’ αριθ. 116/25.8.2014) απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος κατ’ εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4224/2013. (γ) την καταβλητέα αμοιβή διαχείρισης, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να μετακυλίεται στον υπόχρεο καταβολής της απαίτησης. Αντίγραφο της συμβάσεως κοινοποιείται στην Τράπεζα της Ελλάδος εντός δέκα (10) ημερών από την υπογραφή της (βλ. άρθρο 2 παρ.2 του ν. 4354/2015. Σημειωτέον ότι σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου, το ελάχιστο περιεχόμενο της σύμβασης ανάθεσης διαχείρισης δύναται να εξειδικεύεται περαιτέρω με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος. Από την επισκόπηση των διατάξεων του άρθρου 282 του ν. 4354/2015 και ιδίως από την αντιπαραβολή τους με τις διατάξεις του άρθρου 3 παρ.2 και 3 του ν. 4354/2015 συνάγεται ότι αφενός μεν για την ολοκλήρωση της σύμβασης ανάθεσης διαχείρισης απαιτήσεων από συμβάσεις δανείων και πιστώσεων δεν απαιτούνται περαιτέρω διατυπώσεις, όπως αντιθέτως συμβαίνει με τη σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης τέτοιων απαιτήσεων, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, και ιδίως δεν απαιτείται η καταχώρισή της στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του ν. 2844/2000, αφετέρου δεν για την ενεργοποίηση της ιδιότητας της Ε.Δ.Α.Δ.Π. ως μη δικαιούχου διαδίκου δεν απαιτείται η προηγούμενη αναγγελία ή έστω γνωστοποίηση της ανάθεσης της διαχείρισης στον δανειολήπτη. Περαιτέρω, με τη σύναψη της σύμβασης μεταβίβασης απαιτήσεων από συμβάσεις δανείων και πιστώσεων και την καταχώρισή της στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του ν. 2844/2000 επέρχεται μεταβολή στα υποκείμενα της έννομης σχέσης, καθώς η μεταβίβαση συντελείται υπό τη μορφή εκχώρησης των απαιτήσεων αιτία πωλήσεως. Με την ανωτέρω εκχώρηση, υπεισέρχεται στη θέση του εκχωρητή – δανειστή (δηλ. του πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος) η εκδοχέας Ε.Α.Α.Δ.Π. ως ειδικός διάδοχος αυτού. Αντίθετα, με τη σύναψη της σύμβασης ανάθεσης διαχείρισης απαιτήσεων από συμβάσεις δανείων και πιστώσεων δεν συντελείται ανάλογη μεταβολή στα υποκείμενα της έννομης σχέσης, καθώς το πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα ή η Ε.Α.Α.Δ.Π. διατηρούν την ιδιότητα του δανειστή και μετά την ανάθεση της διαχείρισης των ανωτέρω απαιτήσεων σε Ε.Δ.Α.Δ.Π. Κατά συνέπεια, η Ε.Δ.Α.Δ.ΙΙ. δεν προσλαμβάνει την ιδιότητα του ειδικού διαδόχου είτε του πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος είτε της Ε.Α.Α.Δ.Π. Στην πρώτη περίπτωση (δηλ. της σύμβασης ανάθεσης διαχείρισης των ανωτέρω απαιτήσεων εκ μέρους πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος, η σύναψη της οποίας, σημειωτέον, είναι δυνητική – βλ. άρθρο 2παρ.1 του ν. 4354/2015) μπορεί να γίνει λόγος μόνο για διαδοχή στη νομιμοποίηση, ενώ στη δεύτερη (δηλ. της σύμβασης ανάθεσης διαχείρισης των ανωτέρω απαιτήσεων εκ μέρους Ε.Α.Α.Δ.Π., η σύναψη της οποίας, σημειωτέον, είναι υποχρεωτική – βλ. άρθρο 1παρ.1 στοιχ. γ’ του ν. 4354/2015) δεν μπορεί να γίνει λόγος ούτε καν γι’ αυτό, αφού η Ε.Α.Α.Δ.Π. καθίσταται μεν ειδικός διάδοχος του πιστωτικού ιδρύματος, απαγορεύεται όμως ex lege να ασκήσει ιδίω ονόματι τα δικαιώματά της από τη μεταβιβασθείσα σ’ αυτήν απαίτηση.
Ουσιαστικά, δηλαδή, στην περίπτωση αυτή ο νομοθέτης επιβάλλει τη διττή μεταβίβαση της μεν απαίτησης προς την Ε.Α.Α.Δ.Π., της δε νομιμοποίησης στην Ε.Δ.Α.Δ.Π. Κατ’ αποτέλεσμα, η Ε.Δ.Α.Δ.Π. λειτουργεί ως διάδοχος στη νομιμοποίηση του πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος και στην περίπτωση αυτή. Η πρακτική σημασία των ανωτέρω διακρίσεων αναδεικνύεται σε σχέση με τη δυνατότητα εφαρμογής των άρθρων 225 και 925 του ΚΠολΔ, ως προς την Ε.Δ.Α.Δ.Π., όταν ανατίθεται από τον αληθή δικαιούχο η διαχείριση της επίδικης (ή επιδικασθείσας στην περίπτωση του άρθρου 925 του ΚΠολΔ) απαίτησης. Δοθέντος ότι η Ε.Δ.Α.Δ.Π. δεν αποκτά την ιδιότητα του ειδικού διαδόχου (ως προς την απαίτηση), περιθώριο εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων δεν καταλείπεται. Εξάλλου, στη διάταξη του άρθρου 2παρ.4 του ν. 4354/2015 ορίζεται ότι οι Ε.Δ.Α.Δ.Π. νομιμοποιούνται, ως μη δικαιούχοι διάδικοι, να ασκήσουν κάθε ένδικο βοήθημα και να προβαίνουν σε κάθε άλλη δικαστική ενέργεια για την είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων, καθώς και να κινούν, παρίστανται ή συμμετέχουν σε προπτωχευτικές διαδικασίες εξυγίανσης, πτωχευτικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, διαδικασίες διευθέτησης οφειλών και ειδικής διαχείρισης των άρθρων 61 επ. του ν. 4307/2014 (Α’ 246), καθώς και ότι εφόσον οι Ε.Δ.Α.Δ.Π. συμμετέχουν σε οποιαδήποτε δίκη με την ιδιότητα του μη δικαιούχου διαδίκου, το δεδικασμένο της απόφασης καταλαμβάνει και τον δικαιούχο της απαίτησης. Από τη συνδυασμένη δε ερμηνεία των διατάξεων των άρθρων 1παρ.1 στοιχ. β’ και γ’, 2παρ.2 στοιχ. β’ και 2παρ.4 εδ. τελευταίο του ν. 4354/2015, διαφαίνεται ότι ο νομοθέτης διέκρινε σαφώς μεταξύ δύο ενδεχομένων: Αφενός μεν την περίπτωση στην οποία δεν λαμβάνει χώρα μεταβολή των υποκειμένων της έννομης σχέσης, οπότε το πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα διατηρεί την ιδιότητα του δανειστή, αναθέτοντας μόνο τη διαχείριση στην Ε.Δ.Α.Δ.Π. και αφετέρου την περίπτωση κατά την οποία η απαίτηση του πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος μεταβιβάζεται σε Ε.Α.Α.Δ.Π., η οποία υποχρεωτικά και ως προϋπόθεση του κύρους της εν γένει μεταβίβασης της απαίτησης οφείλει να έχει αναθέσει εκ των προτέρων τη διαχείριση σε Ε.Δ.Α.Δ.Π. υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 1παρ.1 στοιχ. γ’ του ν. 4354/2015. Στην τελευταία αυτή περίπτωση η νομιμοποίηση της Ε.Δ.Α.Δ.Π. είναι αποκλειστική, από τη στιγμή που κατά ρητή πρόβλεψη του νομοθέτη τα δικαιώματα που απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις μπορούν να ασκηθούν μόνο μέσω της Ε.Δ.Α.Δ.Π. Αντίθετα, στην πρώτη περίπτωση (κατά την οποία το πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα παραμένει δικαιούχος των απαιτήσεων από τη δανειακή ή πιστωτική σύμβαση και αναθέτει μόνο τη διαχείρισή τους στην Ε.Δ.Α.Δ.Π.), η νομιμοποίηση της Ε.Δ.Α.Δ.Π. παραμένει συντρέχουσα και παράλληλη με εκείνη του πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος.
Τέλος, αναφορικά με τη λειτουργία της Ε.Δ.Α.Δ.Π. ως μη δικαιούχου διαδίκου στο στάδιο της αναγκαστικής εκτέλεσης λεκτέα τα εξής: Όπως συνάγεται από την επισκόπηση της προαναφερόμενης διάταξης του άρθρου 2παρ.4 εδ. α’ του ν. 4354/2015, ο νομοθέτης επέλεξε να ρυθμίσει μόνο τη συμμετοχή της Ε.Δ.Α.Δ.Π. στις διαδικασίες συλλογικής εκτέλεσης, πτωχευτικές και προπτωχευτικές, παραλείποντας, όμως, αναφορά στη συμμετοχή της Ε.Δ.Α.Δ.Π. στην επίσπευση ατομικής διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Από την ως άνω παράλειψη δεν μπορεί να συναχθεί, ωστόσο, πρόθεση του νομοθέτη να αποκλείσει την Ε.Δ.Α.Δ.Π. από την επίσπευση πράξεων της εκτελεστικής διαδικασίας και τη συμμετοχή στις ανωτέρω πράξεις στην περίπτωση της ατομικής αναγκαστικής εκτέλεσης. Και τούτο διότι, ένας τέτοιος αποκλεισμός θα ήταν ασύμβατος με τη ρητή αναγνώριση, με την ίδια διάταξη, της εξουσίας στην Ε.Δ.Α.Δ.Π. να προβαίνει σε κάθε δικαστική ενέργεια για την είσπραξη της απαίτησης, η οποία θα ήταν προφανώς ασυμβίβαστη με τον εκ των υστέρων αποκλεισμό της δυνατότητας να επισπεύδει και την εκτέλεση των αποφάσεων που θα εκδοθούν ως επακόλουθο των δικαστικών ενεργειών της. Η συναγωγή, εκ της ως άνω παραλείψεως, πρόθεσης του νομοθέτη για τον αποκλεισμό της Ε.Δ.Α.Δ.Π. από τη συμμετοχή της στην ατομική διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης θα κατέληγε στο άτοπο, όταν μεσολαβεί μεταβίβαση της απαίτησης σε Ε.Α.Α.Δ.Π. να αποκλείεται πρακτικά η επίσπευση ατομικής αναγκαστικής εκτέλεσης, στο βαθμό που, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1παρ.1 στοιχ. γ’ του ν. 4354/2015, ο αληθής δικαιούχος (δηλ. η Ε.Α.Α.Δ.Π.) δεν μπορεί να ασκήσει τα δικαιώματά του παρά μόνον μέσω της ανάθεσης της διαχείρισης σε Ε.Δ.Α.Δ.Π. Με βάση τα ανωτέρω, καθίσταται σαφές ότι η παράλειψη του νομοθέτη να αναφερθεί στη συμμετοχή της Ε.Δ.Α.Δ.Π. και στην επίσπευση ατομικής διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης οφείλεται σε αβλεψία του και όχι στην πρόθεσή του να αποκλείσει τη συμμετοχή της Ε.Δ.Α.Δ.Π. στην ως άνω εκτελεστική διαδικασία. Επομένως, γίνεται ερμηνευτικά δεκτό ότι η Ε.Δ.Α.Δ.Π. νομιμοποιείται στην επίσπευση ή συνέχιση πράξεων της εκτελεστικής διαδικασίας που αποσκοπούν στην ικανοποίηση της υπό διαχείριση απαίτησης, ακόμη και επί ατομικής αναγκαστικής εκτέλεσης. Ενόψει δε των οριζόμενων στη διάταξη του άρθρου 925παρ.1 του ΚΠολΔ (όπου αναφέρεται συγκεκριμένα ότι: «Ο καθολικός ή ειδικός διάδοχος του δικαιούχου δεν μπορεί να αρχίσει ή να συνεχίσει την αναγκαστικά εκτέλεση πριν κοινοποιηθούν σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση η επιταγή και τα έγγραφα που τον νομιμοποιούν»), πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ της περίπτωσης κατά την οποία η Ε.Δ.Α.Δ.Π. ενεργεί απλώς ως διαχειρίστρια για λογαριασμό πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος και της περίπτωσης κατά την οποία έχει μεσολαβήσει μεταβίβαση απαιτήσεων από συμβάσεις δανείων και πιστώσεων σε Ε.Α.Α.Δ.Π.
Ειδικότερα, εφόσον προϋπόθεση για την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 925παρ1 του ΚΠολΔ, είναι η καθολική ή ειδική διαδοχή του δικαιούχου, η τήρηση των διατυπώσεων της ως άνω διάταξης επιβάλλεται μόνο στην περίπτωση μεταβίβασης της υπό διαχείρισης απαίτησης από το πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα σε Ε.Α.Α.Δ.Π. (οπότε και πράγματι μεσολαβεί ειδική διαδοχή στην απαίτηση), όχι, όμως, και όταν δικαιούχος της εν λόγω απαίτησης παραμένει το πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα, το οποίο έχει απλώς αναθέσει τη διαχείρισή της στην Ε.Δ.Α.Δ.Π. (βλ. ως προς τα ανωτέρω Π. Γιαννόπουλο, Η Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις ως μη δικαιούχος διάδικος στη διαγνωστική δίκη και στον στάδιο της αναγκαστικής εκτέλεσης. Κριτική επισκόπηση των ρυθμίσεων του ν. 4354/2015 και de lege ferenda προτάσεις, Αρμ. 2019, 233-264 passim).
ΙΙ. Τα ανωτέρω ισχύουν mutatis mutandis και επί της σύμβασης μεταβίβασης τιτλοποιημένων επιχειρηματικών απαιτήσεων (λόγω πώλησης) σε εταιρείες ειδικού σκοπού και της σύμβασης διαχείρισης των ως άνω απαιτήσεων, που προβλέπονται στο άρθρο 10 του ν. 3156/2003 περί ομολογιακών δανείων, τιτλοποίησης απαιτήσεων και απαιτήσεων από ακίνητα, το οποίο περιέχει αντίστοιχες διατάξεις με τις προαναφερόμενες διατάξεις του ν. 4354/2015.
III. Σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 86παρ.1 και 87παρ. 1 και 2 του ν. 4548/2018 περί αναμόρφωσης του δικαίου των ανωνύμων εταιρειών, το διοικητικό συμβούλιο της Α.Ε., το οποίο είναι αρμόδιο να αποφασίζει για κάθε πράξη που αφορά τη διοίκηση της εταιρείας, τη διαχείριση της περιουσίας της και την εν γένει επιδίωξη του σκοπού της, μπορεί να αναθέτει τις εξουσίες της διαχείρισης και εκπροσώπησης της εταιρείας, εφόσον αυτό επιτρέπεται σύμφωνα με το καταστατικό, σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα, μέλη του, τα οποία μπορούν, με τη σειρά τους, εφόσον δεν το απαγορεύει το καταστατικό και προβλέπεται αυτό τις αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου, να αναθέτουν περαιτέρω την άσκηση των εξουσιών που τους ανατέθηκαν ή μέρους τούτων σε άλλα μέλη του Δ.Σ. ή τρίτους.
Την 24η Νοεμβρίου 2022 η καθ’ ης η ανακοπή, η οποία τυγχάνει Εταιρεία Απόκτησης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (Ε.Α.Α.Δ.Π.) του ν. 4354/2015, μας επέδωσε την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, με την οποία ισχυρίζεται ότι η απορρέουσα από την υπ’ αριθ. …… σύμβαση στεγαστικού δανείου, απαίτηση που επιδικάσθηκε με την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής μεταβιβάσθηκε από την ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Τράπεζα Eurobank Ανώνυμη Εταιρεία» και το διακριτικό τίτλο «Eurobank» που εδρεύει στην Αθήνα – Όθωνος 8 στην καθής εδρεύουσα στο Δουβλίνο της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «MEXICO FINANCE DAC – ΜΕΞΙΚΟ ΦΑΙΝΑΝΣ ΝΤΑΚ» δυνάμει της από 25.05.2021 μεταξύ τους συναφθείσας σύμβασης εκχώρησης /πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων, η οποία καταχωρίσθηκε την 25.05.2021 με αρ. πρωτ. 179/25.05.2021 σε περίληψη στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του ν. 2844/2000 που τηρείται στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών, στον τόμο 12 με αριθμό 169.
Η άνω αναφερόμενη Εταιρεία Ειδικού Σκοπού , ταυτόχρονα, ανέθεσε στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «doValue GREECE Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» και το διακριτικό τίτλο «doValue GREECE» όπως μετονομάσθηκε από την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Eurobank FPS Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» (ΓΙΟΥΡΟΜΠΑΝΚ ΕΦ.ΠΙΕΣ. ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ) και τον διακριτικό τίτλο «EUROBANK FINANCIAL PLANNING SERVISES»(ΓΙΟΥΡΟΜΠΑΝΚ ΦΑΙΝΑΝΣΙΑΛ ΠΛΑΝΙΝΓΚ ΣΕΡΒΙΣΙΣ) κατόπιν τροποποίησης του καταστατικού της (με κωδικό αριθμό καταχώρησης στο ΓΕΜΗ 2149053/10-06-2020) η οποία εδρεύει στο Μοσχάτο Αττικής – Κύπρου 27 και Αρχιμήδους τη διαχείριση μεταξύ άλλων και της επίδικης απαιτήσεως, δυνάμει της από 25.05.2021 και με αριθμό πρωτοκόλλου 180/25.05.2021 Σύμβασης Διαχείρισης Επιχειρηματικών Απαιτήσεων, η οποία καταχωρίστηκε στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών την 25.052021 με αριθμό πρωτοκόλλου 180/25.05.2021 στον τόμο 12 και αύξοντα αριθμό 170, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 16 του Ν. 3156/2003. Η σύμβαση αυτή με την υπ.αρ. 516/11-10-2021 καταχώρηση στα δημόσια βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών στον τόμο 13 και με αύξοντα αριθμό 5 λύθηκε αλλά στη συνέχεια, με την υπ.αρ. 516/11-10-2021 καταχώρηση δημοσίευσης συμβάσεων καταχωρήθηκε στα δημόσια βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών στον τόμο 13 και με αύξοντα αριθμό 6 η εκ νέου ανάθεση διαχείρισης των ανωτέρω μεταβιβασθεισών απαιτήσεων (επιχειρηματικών απαιτήσεων) από την εδρεύουσα στο Δουβλίνο της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «MEXICO FINANCE DAC – ΜΕΞΙΚΟ ΦΑΙΝΑΝΣ ΝΤΑΚ» στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «doValue GREECE Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» και το διακριτικό τίτλο «doValue GREECE».

Επισημαίνεται επίσης ότι με την από ….2022 αίτηση για έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής, προσκομίστηκε το από 25.05.2021 ιδιωτικό συμφωνητικό εκχώρησης απαιτήσεων, μεταξύ της τράπεζας ΤΡΑΠΕΖΑ EUROBANK ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ A.E. και της « ΜΕΧΙCO FINANCE DAC », από το οποίο προκύπτει:
Ότι εφαρμοστέο Δίκαιο της ενοχικής σύμβασης πώλησης των επιχειρηματικών απαιτήσεων , όπως εν προκειμένω και της σύμβασης πώλησης της δανειακής σύμβασης που είχα υπογράψει με την ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία ΤΡΑΠΕΖΑ EUROBANK ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ A.E.
Τα παραπάνω προκαλούν περισσότερη ασάφεια και αδιαφάνεια σχετικά με το κύρος και τη νομιμοποίηση της καθής εταιρίας ειδικού σκοπού ως δικαιούχου της επίδικης απαίτησης.
Ως εκ τούτων ο παρών λόγος ανακοπής πρέπει να γίνει δεκτός κατά τα ανωτέρω ως κατ` ουσίαν βάσιμος, να γίνει δεκτή η ανακοπή ως ουσιαστικά βάσιμη, και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής.

Επειδή η παρούσα ανακοπή μας είναι νόμιμη, βάσιμη και αληθινή.
Επειδή με βάση όλα τα παραπάνω δέον όπως η προσβαλλόμενη με την παρούσα Διαταγή Πληρωμής, ακυρωθεί άλλως εξαφανισθεί.
Επειδή είναι βάσιμοι όλοι οι ισχυρισμοί της παρούσης, λόγος για τον οποίο η προσβαλλόμενη Διαταγή Πληρωμής είναι άκυρη στο σύνολό της, αφού όλοι οι ισχυρισμοί και οι ενστάσεις προσβάλουν το κύρος αυτής στο σύνολό της.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Και με την ρητή επιφύλαξη παντός νομίμου δικαιώματός μας
ΑΙΤΟΥΜΑΣΤΕ

1) Να γίνει δεκτή η παρούσα ανακοπή μας
2) Να κηρυχτεί άκυρη, άλλως να εξαφανιστεί η προσβαλλόμενη υπ’ αρ. …./2022 διαταγή πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καρδίτσας
3) Να καταδικασθεί η καθής στην εν γένει δικαστική μας δαπάνη.-

Καρδίτσα, 12.12.2022
Ο Πληρεξούσιος Δικηγόρος

espa banner